|
Τράπεζα Αττικής: οι μηχανικοί και η «καλή περίπτωση»
Έως το τέλος του χρόνου, ανεξαρτήτως των πολιτικών εξελίξεων που θα μεσολαβήσουν έως τότε, το πιθανότερο ενδεχόμενο είναι ότι η σημερινή μετοχική σύνθεση της Τράπεζας Αττικής θα έχει μεταβληθεί ριζικά. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει από μια σειρά πληροφοριών που έχουν να κάνουν κυρίως με τις προθέσεις δύο βασικών μετόχων της εταιρείας, και συγκεκριμένα του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, που ελέγχουν από κοινού το 38% των μετοχών της. Ειδικότερα, στις προθέσεις τους είναι να πουλήσουν το «πακέτο» un block, και μάλιστα πρώτη τους επιλογή αποτελεί ο αγοραστής του να είναι μια ελληνική ή ξένη τράπεζα, που θα επιθυμούσε να αναλάβει το έργο να «τρέξει» την Αττικής.
Για να εφαρμοστεί όμως το σχέδιό τους θα πρέπει να συμφωνήσει και ο τρίτος βασικός μέτοχος της τράπεζας, που είναι το ΤΣΜΕΔΕ. «Η αίσθηση που μας έχουν δημιουργήσει οι μηχανικοί είναι πως θα δέχονταν να μπουν σε αυτήν τη διαδικασία, αν προέκυπτε μια καλή περίπτωση ενδιαφερομένου» υποστηρίζεται από πηγές που βρίσκονται κοντά στο project και προστίθεται: «Η άρνηση που εκφραζόταν στο παρελθόν έχει υποχωρήσει σημαντικά και πλέον όλα συζητιούνται».
Το πιθανότερο ενδεχόμενο είναι πως σε μια τέτοια περίπτωση το ΤΣΜΕΔΕ θα προτιμούσε να περιορίσει σημαντικά τη μετοχική του παρουσία στο μετοχολόγιο της Αττικής, που σήμερα υπολογίζεται στο 41%. Ζητούμενο αποτελεί το πότε θα μπορούσε να γίνει αυτό. «Τα πάντα εξαρτώνται από το πότε θα γίνουν οι επόμενες εθνικές εκλογές», είναι η απάντηση που δίνεται αρμοδίως: «Αν οι κάλπες στηθούν πρόωρα, τότε θα πρέπει να θεωρείται πολύ πιθανό ότι έως το τέλος Δεκεμβρίου οι αλλαγές στο μετοχολόγιο της Αττικής θα έχουν δρομολογηθεί».
Σε περίπτωση που οι εκλογές γίνουν κανονικά, με τη λήξη της τετραετίας, τότε τα χρονικά δεδομένα μετατίθενται για μετά τον Μάρτιο του 2008. Εκτός κι αν στο υπουργείο Οικονομίας αποφασίσουν να κάνουν την υπέρβασή τους και να λειτουργήσουν ανεξάρτητα από το αν ο επόμενος χειμώνας θα είναι καθαρά προεκλογικός. Οπότε και σε αυτήν την περίπτωση, οι αλλαγές στην Αττικής «κλειδώνουν» για το τέλος του τρέχοντος έτους.
Οι κλωστές, τα θεμελιώδη και τα «οχήματα»
Μετά τη μαζική έξοδο ελληνικών επιχειρήσεων ένδυσης στα Βαλκάνια, που παρουσίαζαν την προηγούμενη δεκαετία ελκυστικό κόστος παραγωγής συγκριτικά με το ελληνικό, φαίνεται ότι η κατάσταση αυτή αναστρέφεται από τις αρχές του έτους. Αρκετές επιχειρήσεις αρχίζουν να επαναπατρίζονται, καθώς η Βουλγαρία και η Ρουμανία, λόγω της εισόδου τους στην Ε.Ε., απώλεσαν το συγκριτικό πλεονέκτημα του φθηνού εργασιακού κόστους.
Μιλάμε βεβαίως για τις μικρές κυρίως μονάδες, αυτές που άγγιξε πρώτα η απώλεια του φθηνού κόστους παραγωγής. Έτσι, μην έχοντας τι άλλο να κάνουν, επέλεξαν να επιστρέψουν στα πάτρια εδάφη. Και η τάση αυτή του επαναπατρισμού όχι μόνον θα συνεχιστεί, όπως λένε οι καλά γνωρίζοντες, αλλά θα ενταθεί ακόμη περισσότερο στο μέλλον. Και μπορεί ο αριθμός των επιχειρήσεων που επιστρέφουν να μην είναι εντυπωσιακός επί του παρόντος συγκριτικά με τον αριθμό αυτών που έφυγαν (υπολογίστηκαν περίπου σε 3.000), δεν παύει ωστόσο να συνιστά μια ανάσα ζωής για τις επιχειρήσεις του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας, ιδιαίτερα τώρα, με τη γενικότερη πίεση που υφίστανται. Πράγματι, οι μικροί της ένδυσης είναι αυτοί που δίνουν παραγγελίες στις εγχώριες μονάδες αντισταθμίζοντας κατά ένα μέρος τις απώλειές τους σε εξαγωγές λόγω του ακριβού δολαρίου.
Όμως, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η κατάσταση μόνο ρόδινη δεν είναι για τις κλωστοϋφαντουργίες. Αρκετές από αυτές διατηρούν αποθέματα τα οποία θα αναγκαστούν, εν όψει της νέας εκκοκκιστικής περιόδου, να εκποιήσουν από τον Σεπτέμβριο, πιθανόν σε χαμηλές τιμές, οπότε θα καταγράψουν ζημίες.
Kαι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια περίοδο κατά την οποία οι μετοχές των κλωστών καταγράφουν ζηλευτές επιδόσεις στο χρηματιστήριο, γιατί το οφείλουν όχι βέβαια στα ελκυστικά οικονομικά μεγέθη τους, αλλά στην οχηματολογία και στο θερμό κλίμα στην περιφέρεια. |
|